Οικονομικό Σπουδαστήρι

Οικονομικό Σπουδαστήρι
Γι'Αυτούς που Θέλουν Εξειδίκευση
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πολιτική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πολιτική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 6 Ιουλίου 2018

Βιολογία των Ελίτ και Πολιτική

Χρήστος Γεωργίου 
Καθηγητής Βιοχημείας, Τμήμα Βιολογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών 

Πώς εξηγείται η μεγάλη έλξη που ασκεί ο γενετικός αναγωγισμός, η ανθεκτικό­τητά του στις επιστημονικά θεμελιωμέ­νες νέες αντιγονιδιοκεντρικές ιδέες, η ελλιπής χρηματοδότησή τους από επί σημους ερευνητικούς θεσμούς και η αποσιώπησή τους από το εκπαιδευτικό σύστημα και τα ΜΜΕ; 


Οι λόγοι εν πολλοίς απορρέουν από την ιδεολογικοπολιτική και οικονομική εξάρτηση των επιστημών. Οι βάσεις της γονιδιοκεντρικής βι­ολογίας τέθηκαν από το Rockefeller Institute of Biochemistry (σήμερα Rockefeller University) της γνωστής οι­ κονομικής δυναστείας των ΗΠΑ (Kay, 1993),όπου πρωτοανακαλύφθηκε η χημική σύνθεση του DNA (τη δεκα­ετία του 1920). 

Το Ίδρυμα Ροκφέλερ διαμόρφωσε ακόμα και το όνομα του DNA, εισάγοντας τα αρχικά του στο τμήμα rib της πλήρους ονομασίας του (deoxyribonucleic acid) – θα έπρεπε να είναι riboso από τον ελληνικό όρο δεο­ ξυριβοζονουκλεϊνικό οξύ. Το Ίδρυμα Ροκφέλερ ασχολήθηκε με το DNA τη δεκαετία του 1920 επειδή οι διαχειριστές (καταπιστευματοδέκτες) του φοβόντουσαν μια επανάστα­ση μπολσεβίκικου τύπου, λόγω των προηγηθεισών λαϊκών αναταραχών (το 1911), που οδήγησαν στη διάσπαση της πετρελαϊκής εταιρείας τους, Standard Oil. 

Το Ίδρυμα αναζητούσε τρόπους αποτελεσματικής διαχείρισης των αγανακτισμένων και ζηλόφθονων όχλων, εφαρμόζοντας δύο ξεχωριστές συμπληρωματικές στρατηγικές ελέγ­χου της ανθρώπινης συμπεριφοράς: στο επίπεδο των κοινωνικών δομών (οικογένεια, εργασία, συναισθήμα­ τα) υπό τον όρο «ψυχοβιολογία» και στο επίπεδο των χημικών βιομορίων. Το διπλά εστιασμένο πρόγραμμα του Ιδρύματος «Επιστήμη του Ανθρώπου», κατά τον διευθυντή του (το 1929) Max Mason, «προσανατολίζεται στο γενικό πρόβλημα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, με σκοπό τον έλεγχό της μέσω της κατανόησής της. Οι κοινωνικές επιστή­ μες, για παράδειγμα, θα ασχοληθούν με τον εξορθολογισμό του κοινωνικού ελέγχου. Οι ιατρικές και φυσικές επι­στήμες προτείνουν μια στενά συντο­ νισμένη μελέτη των επιστημών που στηρίζουν την κατανόηση και τον έλεγ­χο του ατόμου» (Kay, 1993). 

A scientist in rubber gloves holding a Petri dish with some liquidΣύμφωνα με τον Warren Weaver, διευθυντή των Φυσικών Επιστημών του Ιδρύματος (το 1932), η «αναμόρφωση των επικρατουσών ιδεών για την ανθρώπινη φύση και τη συμπεριφορά», θα πρέπει να εναρ­ μονίζεται με τις «διαχειριστικές ανά­γκες» βιομηχανοποίησης προσωπικών χαρακτήρων όπως η διαχρονικότητα και η υπακοή. 

Ο δεύτερος στόχος του Ιδρύματος ήταν η επιστημονική ορθολογικοποίηση των τότε ευρέως διαδεδομένων αντιλήψεων της ευγονικής, που για τους διαχειριστές του σήμαινε ότι γνω ρίσματα όπως ευγένεια, νοημοσύνη και υπακοή, ελέγχονται από κάποιους κρυμμένους μηχανισμούς και βιομό­ρια, που λογικά θα έπρεπε να είναι επιστημονικά ανιχνεύσιμα, και που μόλις αναγνωριστούν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον έλεγχο της συμπεριφοράς. Αυτό απαιτούσε μια νέα αναγωγιστική «επιστήμη του πολύ μικροσκοπικού» για την ανακάλυψη της φύσης του γονιδίου (τότε θεωρεί­ το ότι ήταν πρωτεΐνες), που το Ίδρυμα την ονόμασε «μοριακή βιολογία». 

Μετά από διάφορες προσεγγίσεις με επιστήμονες και ιδρύματα, το Ίδρυμα κατέληξε το 1933 σε μια πλήρως επε­ξεργασμένη στρατηγική ανάπτυξης της μοριακής βιολογίας, με τη χρηματοδό­ τηση επιστημονικών ομάδων σε λίγα κορυφαία ιδρύματα όπως το Caltech και το Chicago University. Από εκεί εκ­παιδεύτηκαν εκατοντάδες επιστήμονες στην ανακάλυψη των «κύριων μορίων» –πηγών προέλευσης των σωματικών λειτουργιών και της συμπεριφοράς του ανθρώπου– με στόχο για το Ίδρυμα την επιστημονική επικύρωση των ευγονι­ κών θέσεων των Ροκφέλερ. Όλες αυτές οι έρευνες ήταν εξαιρετι­κά επιτυχείς για το Ίδρυμα, που τελικά επικέντρωσε τη χρηματοδότηση στο ευκολοπροσβάσιμο DNA.

Όπως σημει­ ώνει ο George Beadle (νομπελίστας στη φυσιολογία και διαπλεκόμενος με το Ίδρυμα), από τα 18 βραβεία Νό­ μπελ που δόθηκαν στη γενετική μετά το 1953, μόνο ένα απονεμήθηκε σε επιστήμονα που δεν είχε χρηματοδο­τηθεί από το Ίδρυμα Ροκφέλερ (Kay, 1993). Έως το 1989, η μοριακή βιολο­γία αποτελούσε την κυρίαρχη προσέγ­γιση όλων των κλάδων της βιολογίας (ιατρική, αναπτυξιακή βιολογία, νευ­ροβιολογία, γενετικά τροποποιημένη γεωργία) κυρίως χάρη στο Ίδρυμα, με τις οικονομικοπολιτικές επιρροές στη σύγχρονη διαμόρφωσή της να συνεχί­ ζονται μέχρι σήμερα (Latham, 2017). 

Η μόνη παραχώρηση του νεοδαρβινισμού ήταν η συμμετοχή και ολίγου περιβάλλοντος στη γενετική διαμόρφωση της ανθρώπινης φύσης, η ποσόστωση του οποίου ξεκινά σχεδόν από το μηδέν για τις (ακρο)δεξιές και τείνει αυξανόμενη προς κεντρώες, σοσιαλδημοκρατικές  και αμιγώς αριστερές ιδεολογίες, που όμως ακυρώνεται από τις απροσπέ­λαστες για τα άτομα-μάζες, στυγνά ανταγωνιστικές νεοφιλελεύθερες συ­μπληγάδες της τελειομανίας και της αξιοκρατίας

Συνεπώς, ο νεοδαρβινισμός αναμ­φίβολα αποτέλεσε και αποτελεί το κε­ντρικό ιδεολόγημα των ελίτ όλων των μορφών καπιταλισμού. Η κεντρική του ιδέα περί μη βιολογικής (γενετικής) και διανοητικής ισότητας μεταξύ των ατόμων ήταν αποδεκτή από τον Μαρξ (δικαιολογημένα, με την τότε βιολογία στα σπάργανα και τις ανάλογες ιδέ­ες του Δαρβίνου στο απόγειό τους). Παραμένει όμως στους θεωρητικούς του μαρξισμού (και του αναρχισμού), με εξαίρεση τον Antonio Gramsci και τον Κορνήλιο Καστοριάδη (Georgiou, 2016). Επίσης, έχει επηρεάσει καθο­ριστικά την αποτυχία της μαρξιστικής ιδεολογίας στην ανάπτυξη ενός ενο­ ποιητικού επιστημονικού ορισμού της ισότητας, με αποτέλεσμα τον κατακερματισμό της Αριστεράς σε ιδεολογικές αιρέσεις ενός μαρξισμού σε εκφυλιστι κή επιστημονική στατικότητα. 

Η αποδο­χή της ύπαρξης γενετικά ισοδύναμης, αδιαβάθμητης διανοητικής ισότητας (όχι ταυτότητας) μεταξύ των ατόμων συνεπάγεται αυτόματα και την κατάργηση των κοινωνικών τάξεων, όχι όμως το αντίθετο (όπως έχει ήδη διαπιστωθεί από τη δημιουργία/διαιώνιση κοινωνικών ανισοτήτων στα πρώην και νυν καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού). Με το να μην κατανοούν τη μετατροπή της γονιδιοκεντρικής βιολογίας σε κύ­ριο ιδεολογικοπολιτικό εργαλείο των ελίτ, οι μαρξιστές, αριστεροί και αναρ­χικοί κάθε απόχρωσης αδυνατούν να αντιπαρατεθούν ιδεολογικά μαζί τους σε αυτό το πεδίο. Υπολείπονται ιδεολογικά ακόμα και όταν οι ελίτ διατρανώνουν ακραία τις ανισότητες προκει­μένου να αιτιολογήσουν τις πολιτικές τους, με κλασικό εγχώριο πολιτικό πα­ράδειγμα τον πρόεδρο της Νέας Δημο­ κρατίας Κυριάκο Μητσοτάκη: «Δεν τρέ­φω αυταπάτες για μια κοινωνία χωρίς ανισότητες. Κάτι τέτοιο είναι αντίθετο στην ανθρώπινη φύση»

Η αναδυόμενη νέα βιολογία προ­σφέρει τα απαραίτητα επιστημονικά επιχειρήματα για την ιδεολογική και επιστημονική θεμελίωση των κοινω­ νιών του μέλλοντος που θα βασίζο­νται στην ισότητα των ατόμων. Θέτει τα γονίδια περί γενετικών ανισοτήτων στη θέση των άψυχων πλήκτρων του πιάνου που ενεργοποιούνται από τον πιανίστα-άτομο, σε απόκριση πλειάδας περιβαλλοντικών διαβαθμίσεων (ενδο/ διακυτταρικές, ενδο/διοργανικές και ενδο/διοργανισμικές, τροφή, φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον). 

H διανοητική/γνωστική διαφορετι­κότητα των ατόμων είναι αποτέλεσμα έκθεσης σε διαφορετικά ερεθίσματα που μπορεί να είναι τυχαία (λόγω γέν­νησης από μη επιλέξιμα οικογενειακά περιβάλλοντα, γεωγραφικούς χώρους και χώρες) ή υποβαλλόμενα (παιδεία) ή και επιδιωκόμενα (στο βαθμό που υπάρχει ενσυνείδητη και πλήρης εικό­να του όλου). 

Επίσης, τα ερεθίσματα μπορεί να τυχαιοποιούνται στο πλαίσιο πολιτιστικών, οικονομικών ακόμα και αντιπαγκοσμιοποιητικών βιολογικών/ τεχνολογικών περιορισμών (διποδι­σμός, τεχνολογικά αδύνατη η ακαριαία μετάβαση-επιστροφή, εγκατάσταση, προσαρμογή σε άλλες χώρες), καθώς και λόγω της περιοριστικής αυτοσυντηρητικής τάσης συνασπισμού των ατόμων σε ομάδες (φυλές, έθνη, πα­ τρίδες) αλληλοσυμπληρούμενων ενδι­αφερόντων/συμφερόντων/παραδόσε­ων/θρησκειών εντός περιορισμένων γεωγραφικών χώρων. 

A set table with ornate silver candlesticks and elegant tableware in a Victorian interiorΟι ελίτ κατασκευάζουν για τις μάζες έναν απρόσωπο/νεφελώδη –γνωστικά, κοινωνικά, και ως προς τη φυλογένεια– γονιδιοκεντρικό ατομικισμό. Επιτρέ­πουν στα άτομα την ελεύθερη επιλογή μόνο σε ομογενοποιημένους (κοσμοπολιτικά, πολυπολιτισμικά) τρόπους αποπροσωποποίησης του ατομισμού τους. Έτσι, τα αναγκάζουν να προσφεύ­γουν σε θολά κριτήρια αυτοεπιβεβαί­ωσης, μετατρέποντάς τα σε πολιτικά ακίνδυνες ατομικιστικές ασημαντότη­ τες
Αποτέλεσμα εικόνας για χρήστοσ γεωργίου καθηγητήσ
Χρήστος Γεωργίου
Παρά ταύτα, τα άτομα ισορροπούν βιολογικά, ψυχικά και διανοητικά μόνο όταν αντλούν αυτοεπιβεβαίωση από κοινωνικούς στόχους/δράσεις που θέ­τουν/πραγματοποιούν δημοκρατικά με ισότιμα μέλη των κοινωνιών τους. Συνεπώς, η βιολογική φύση του αν­θρώπου και η επιβίωσή του ως είδος επιβάλλουν την αξιακά και διανοητι­κά ισότιμη, συναγωνιστική κοινωνική συμβίωσή του υπό συνθήκες ατομικού αλληλοσεβασμού και υψηλού επιπέ δου πολιτισμού και παιδείας. Μόνο υπό αυτό το πλαίσιο βιολογικής/διανοητι­ κής ισότητας θα μπορέσει ο άνθρωπος να επεξεργαστεί βιώσιμα πολιτικά συ­στήματα και δομές ουσιαστικής κοινω νικής αυτοδιαχείρισης.


Το παραπάνω κείμενο  είναι απόσπασμα από το άρθρο «Μια νέα κοινωνιοκεντρική βιολογία αλληλεπίδρασης μεταξύ βιολογικά ισότιμων ατόμων και περιβάλλοντος. Αποκαθηλώνεται η γονιδιοκεντρική μοριακή βιολογία των ελίτ» που δημοσιεύτηκε στα Τετράδια Μαρξισμού 7:39-64, 2018.

Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2018

Μακεδονικό και η Πολιτική του Οίκτου


Φωτεινή Μαστρογιάννη

Έχει δημιουργηθεί πλέον και Μακεδονικό ζήτημα. Οι αναλύσεις εστιάζουν,και δικαιολογημένα, στην ιστορική και γεωοικονομική πλευρά, η επικοινωνιακή πλευρά όμως έχει παραληφθεί και σε αυτό το κείμενο θα προσπαθήσω να κάνω μία μικρή προσέγγιση.

Θεωρώ ότι είναι προφανές η ύπαρξη μίας συντονισμένης επικοινωνιακής εκστρατείας η οποία σχεδιάζεται από επαγγελματίες επικοινωνιολόγους. Η επικοινωνιακή αυτή εκστρατεία, τελευταία, έχει χρησιμοποιήσει την πολιτική του οίκτου.



Η πολιτική του οίκτου διακρίνει αυτούς που υποφέρουν από αυτούς που δεν υποφέρουν και εστιάζει στην παρατήρηση του αδύναμου, αυτού που δηλαδή υποφέρει από αυτούς που δεν υποφέρουν. 

Η πολιτική του οίκτου δεν εξετάζει τις αιτίες πρόκλησης της δυστυχίας και εάν αυτή είναι δικαιολογημένη.  Για την πολιτική του οίκτου, προτεραιότητα έχει να δοθεί μία λύση στο πρόβλημα μέσω συγκεκριμένων πράξεων ανεξάρτητα από την απονομή δικαιοσύνης.  

Στην περίπτωση του Μακεδονικού, παρατηρούμε ένα πρόσφατο αφήγημα, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα (ο ευτυχής) πρέπει να βοηθήσει τον δυστυχή (Σκόπια) που είναι ένα «μικρό και αδύναμο κράτος το οποίο δεν θα μπορεί να επιβιώσει χωρίς τη βοήθεια της Ελλάδας».

Στην πολιτική του οίκτου υπάρχουν οι ευτυχείς και οι δυστυχείς και η δικαιοσύνη δεν παίζει κανένα ρόλο αλλά είναι θέμα τύχης. Για να ανατρέξω στο προηγούμενο παράδειγμα, δεν εξετάζεται ποιος είναι ο πραγματικά ευτυχής και ποιος ο πραγματικά δυστυχής. Για παράδειγμα, αγνοείται πλήρως η ελληνική ιστορία και η συστηματική απώλεια των εδαφών της όπως και ο επικίνδυνος αλυτρωτισμός του δυστυχή (Σκοπίων). Δεν αναλύεται επίσης το κατά πόσο η Ελλάδα είναι ευτυχής, η οποία πέραν των διαρκών ακρωτηριασμών της βιώνει και μία σοβαρότατη οικονομική κρίση που έχει διώξει τον νεότερο και πιο ταλαντούχο πληθυσμό της και η οποία προκαλεί υπογεννητικότητα που οδηγεί στον εθνικό αφανισμό. Η «ευτυχής» λοιπόν Ελλάδα πρέπει ως τέτοια να παραχωρεί διαρκώς από οικονομική βοήθεια μέχρι εδαφικές παραχωρήσεις ενώ οι «δυστυχείς» δικαιολογούνται ως τέτοιοι να είναι επιθετικοί και διεκδικητικοί (!) εις βάρος της Ελλάδας.

Ο Μπολτάνσκι (Boltanski) αποκαλεί «κρίση του οίκτου» την κρίση μίας  συγκεκριμένης αντίληψης της πολιτικής, όπου η δικαιολόγηση της δημόσιας δράσης στο όνομα της παγκόσμιας ηθικής πραγματοποιείται με την προσφυγή σε ένα διάλογο για τον οίκτο με συναισθηματικό προσανατολισμό. Η δημόσια δράση σε αυτή την περίπτωση είναι η άμεση και άτακτη υποχώρηση της Ελλάδας όσον αφορά το Μακεδονικό και βασίζεται, θα τολμούσα να πω, σε μία στρεβλή ερμηνεία της παραβολής του Καλού Σαμαρείτη.  

Η επικοινωνιακή εκστρατεία πειθούς των Ελλήνων (για την εφαρμογή της πολιτικής του οίκτου), με τη χρήση ανυπόστατων  ύβρεων βλ. φασίστες, ακροδεξιοί κτλ. είχε ως στόχο την πρόκληση σοκ μέσω της δημιουργίας εσωτερικής ενοχής

Φωτεινή Μαστρογιάννη
Ωστόσο, το μεγαλειώδες συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης και το ακόμα μεγαλύτερο που αναμένεται στην Αθήνα, δείχνει ότι η εκστρατεία αυτή έχει αποτύχει γιατί πιθανόν έχει προκληθεί το «φαινόμενο μπούμερανγκ» με άλλα λόγια, ο ελληνικός λαός έχει κουραστεί από τον συνεχή βομβαρδισμό μηνυμάτων υποτίμησής του και δεν μειώνει τη δυναμική του αντίδραση, αντίθετα την αυξάνει, κάτι που πολύ πιθανόν θα έχει και άλλες δυσάρεστες προεκτάσεις για το πολιτικό σύστημα.











Τρίτη 9 Ιανουαρίου 2018

Αλλαγή δεν γίνεται χωρίς κοινωνικά κινήματα




Φωτεινή Μαστρογιάννη 



Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι σε όλες τις συζητήσεις που ασχολούνται μονοδιάστατα (δυστυχώς) με την οικονομία αλλά και την πολιτική δεν λαμβάνουν υπόψη τους την κοινωνία και τον βαθμό που έχει αλλάξει τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Η ολιστική θεώρηση του θέματος μπορεί να οφείλεται σε απλή άγνοια (που δεν παύει όμως να είναι απαράδεκτη εάν όχι εγκληματική) ή/και σε κακώς εννοούμενους τεχνοκράτες με έλλειψη στρατηγικής σκέψης.



Η κοινωνική αλλαγή όμως είναι αναπόφευκτη. Οι παράγοντες που την προκαλούν είναι η ανακάλυψη, το αναπόφευκτο της κοινωνικής σύγκρουσης, ο τεχνολογικός  ντετερμινισμός (σημ. με πολύ απλά λόγια είναι η θεωρία που υποστηρίζει ότι η κοινωνία δεν μπορεί να επιδράσει στην τεχνολογία) οι τεχνολογικές εφευρέσεις, η γνώση, οι πεποιθήσεις και οι αξίες, οι πολιτιστικές επαφές, η πολιτισμική διάχυση και η ύπαρξη κοινωνικών κινημάτων. 

Ζούμε ήδη την τέταρτη κοινωνική επανάσταση που είναι η επανάσταση που βασίζεται στις τεχνολογικές ανακαλύψεις, είναι η επανάσταση του μικροτσιπ και τις επιπτώσεις της δεν τις έχουμε δει πλήρως ακόμα.


Η διάχυση της επικοινωνίας μέσω της τεχνολογίας έχει αλλάξει ήδη τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων.  Η ανταλλαγή πληροφοριών είναι πιο εύκολη, οι άνθρωποι επικοινωνούν με όλο τον κόσμο χωρίς να χρειάζεται να ταξιδέψουν. Σύμφωνα δε με τον κοινωνιολόγο Ογκμπουρν (Ogburn), πρώτα αλλάζει η τεχνολογία και στη συνέχεια αλλάζει η κοινωνία δηλαδή με άλλα λόγια τρέχουμε να προλάβουμε την τεχνολογία και προσαρμόζουμε τη ζωή μας αντίστοιχα.


Η σύγκρουση είναι και αυτή ένας παράγοντας αλλαγής και στην ανάλυση των συγκρούσεων βλέπουμε να ακολουθείται, από τους ειδικούς επιστήμονες, η μαρξιστική συλλογική της θέσης-  αντίθεσης- σύνθεσης. Η θέση είναι ο διαχωρισμός των κρατών σε φτωχά και πλούσια ανάλογα με την πρόσβαση που έχουν στις αγορές και στους πόρους. Η μνησικακία των φτωχών κρατών για την έλλειψη αυτής της πρόσβασης αποτελεί την αντίθεση. Εάν ένα από τα λιγότερο βιομηχανοποιημένα κράτη αποκτήσει σχετικό πλούτο ή πολεμική ισχύ τότε θα πιέσει για αναδιανομή των πόρων (πιθανόν μία τέτοια περίπτωση να είναι το Ιράν). Η ανακατανομή ισχύος είναι πολύ πιθανόν να δημιουργήσει κοινωνικά κινήματα τα οποία είτε προωθούν είτε αντιτίθενται στην αλλαγή. 

Τα κοινωνικά κινήματα, ως παράγοντας κοινωνικής αλλαγής, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Οι κοινωνιολόγοι υποστηρίζουν ότι τα κοινωνικά κινήματα έχουν τρία στάδια. Το πρώτο στάδιο είναι η ανησυχία και η αναταραχή, το δεύτερο στάδιο είναι η κινητοποίηση, οργάνωση και  θεσμοθέτηση ενώ το τελευταίο στάδιο αφορά την παρακμή χωρίς όμως να αποκλείουν την αναζωπύρωση όπου οι αντιτιθέμενες πλευρές αναζωογονούν η μία την άλλη βλ. το κίνημα υπέρ και κατά των εκτρώσεων στην Αμερική. 


Το πρώτο στάδιο είναι και αυτό στο οποίο πολλά κοινωνικά κινήματα αποτυγχάνουν. Στο στάδιο αυτό (δηλ. της ανησυχίας και της αναταραχής) οι άνθρωποι είναι δυσαρεστημένοι με την κατάσταση που επικρατεί και αναδύονται  ηγέτες που εκφράζουν αυτή τη δυσαρέσκεια. Ο λόγος αποτυχίας των κινημάτων στο στάδιο αυτό είναι ότι δεν έχουν αρκετή υποστήριξη.  Πιθανό παράδειγμα να είναι στην περίπτωση της Ελλάδας το Κίνημα των Αγανακτισμένων, το πρώτο μαζικό κίνημα στην Ευρώπη (κάτι που έχουν ξεχάσει οι περισσότεροι). 


Μέσα από το κίνημα αυτό αναδείχτηκαν κάποιες ηγετικές μορφές, πολλές από αυτές επεδίωξαν θέσεις εξουσίας και τελικά τις απέκτησαν, κάνοντας πολλούς να αμφιβάλλουν για την αγνότητα των τότε προθέσεών τους. Ο λόγος αποτυχίας του Κινήματος των Αγανακτισμένων, δεν είναι μόνο η έλλειψη υποστήριξης που αναφέρουν οι κοινωνιολόγοι  αλλά κυρίως οι πράξεις βίας  (βλ.  δολοφονία των ανθρώπων στη Μαρφίν) και η ίδια η αδυναμία των ηγετικών μορφών του που αποδείχτηκαν αρκετά ευάλωτοι στα θέλγητρα της εξουσίας. 

Όχι μόνο αυτό αλλά αποδείχτηκαν ανεπαρκείς σε ένα βασικό παράγοντα που είναι αυτός της κινητοποίησης των πόρων δηλαδή της οργάνωσης και απόκτησης πόρων όπως είναι χρήματα αλλά και σωστής εκμετάλλευσης του χρόνου και των δεξιοτήτων των ανθρώπων που τους ακολούθησαν. Θα πρόσθετα επίσης και την έλλειψη επαρκούς χρησιμοποίησης, από την πλευρά τους, της τεχνολογίας ως μέσου επικοινωνίας  ειδικότερα ως αντίβαρου  της έλλειψης υποστήριξης από τα ΜΜΕ (στο σημείο αυτό να αναφέρω ότι ήταν και είναι  άκρως απογοητευτική η έλλειψη γνώσεων επικοινωνίας από τους ηγέτες των κινημάτων, δεν δόθηκε η πρέπουσα προσοχή στο άκρως σημαντικό αυτό θέμα για την επιτυχία ενός κινήματος).  Υπήρξε με άλλα λόγια σαφέστατη έλλειψη ικανούς ηγεσίας στο Κίνημα των Αγανακτισμένων και το Κίνημα οδηγήθηκε σε πλήρη αποτυχία και απογοήτευση. 

Η θεσμοθέτηση που αφορά το επόμενο στάδιο, στην περίπτωση που το κίνημα δεν έχει αποτύχει στο πρώτο στάδιο, είναι η δημιουργία επίσημης ιεραρχίας που βρίσκεται στα χέρια κάποιων που ενδιαφέρονται περισσότερο για την εξουσία και την προβολή παρά για το ίδιο το κίνημα. Αυτό το είδαμε και με το πλήθος κινημάτων και μικρών κομμάτων που δημιουργήθηκαν μετά το Κίνημα των Αγανακτισμένων και δεν είναι απορίας άξιον που οδηγήθηκαν στην παρακμή που είναι και το τελευταίο εάν και όχι αναπόφευκτο στάδιο. Δεν είναι αναπόφευκτο γιατί μπορεί να αναδειχθούν νέοι ηγέτες οι οποίοι να είναι πιο ιδεαλιστές αλλά και με μεγαλύτερο πείσμα κάτι που θα οδηγήσει στην αναζωπύρωση του κινήματος. Δυστυχώς στην χώρα μας δεν έχει προκύψει κάτι τέτοιο,  μέχρι στιγμής, κάτι που φαίνεται και από τη γενική απογοήτευση για το έλλειμμα ηγεσίας. 

Φωτεινή Μαστρογιάννη
Το ερώτημα όμως παραμένει για το εάν θα  προκύψουν νέα δυναμικά κινήματα αλλαγής στη χώρα μας ή  η παρακμή θα είναι οριστική με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για τη βιωσιμότητα της κοινωνίας.
















Τρίτη 22 Αυγούστου 2017

Είσαι πρόβατο ή αετός;

Φωτεινή Μαστρογιάννη

Ένας ηγέτης είναι έμπορος ελπίδας.

Στην άκρως επίκαιρη παρατήρηση «δεν υπάρχει ηγέτης» τίθεται όμως και η εξής ερώτηση: Τι είδους ακόλουθοι είμαστε για να δούμε τι ηγέτη θέλουμε ή μπορούμε να αναδείξουμε.

Ας δούμε όμως πρώτα τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει κάποιον να ακολουθήσει έναν ηγέτη και έτσι να καταλάβουμε γιατί οι σύγχρονοι ηγέτες έχουν ελάχιστους ακόλουθους.


Ναπολέων Βοναπάρτης

Ένα στοιχείο είναι ο σεβασμός που προκαλεί ένας ηγέτης. Εάν οι ακόλουθοι σέβονται τον ηγέτη τότε τον ακολουθούν ακόμα και εάν τα επιχειρήματά του δεν είναι ισχυρά αλλά εάν δεν τον σέβονται τότε μπορεί επίσης να τον ακολουθήσουν γιατί θεωρούν ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή ωστόσο θα αμφισβητούν την ικανότητα του να λαμβάνει τις σωστές αποφάσεις. Σε αυτή την περίπτωση, οι ακόλουθοι επικαλούνται την φράση: «Με αυτόν που μπλέξαμε, ο Θεός να βάλει το χέρι του». 

Ένα άλλο στοιχείο είναι η εμπιστοσύνη. Πώς μπορεί να δημιουργήσει ένας ηγέτης εμπιστοσύνη; Με το να δείχνει ενδιαφέρον για τους ανθρώπους του και κυρίως να είναι έντιμος και να λέει την αλήθεια.

Πολλές φορές οι άνθρωποι αποφασίζουν να ακολουθήσουν έναν ηγέτη γιατί τους αρέσει. Οι ηγέτες που αρέσουν είναι αυτοί που δείχνουν καλοσύνη, μοιάζουν με τον μέσο άνθρωπο και δεν ντρέπονται να δείξουν τα τρωτά τους σημεία αρκεί αυτά να μην εμποδίζουν την ικανότητά τους να ηγούνται. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Αμερικάνοι πρόεδροι έχουν κατοικίδια τα οποία και φροντίζουν να δείχνουν σε αρκετές φωτογραφίες, θέλοντας έτσι να τονίσουν την «ανθρώπινη» πλευρά τους και την καλοσύνη τους γιατί οι περισσότεροι πιστεύουν ότι ένας άνθρωπος που αγαπά τα ζώα είναι ένας καλός άνθρωπος.

Εάν οι άνθρωποι θεωρούν ότι ο ηγέτης τους υποστηρίζει, καταλαβαίνει τους προσωπικούς τους στόχους, τότε είναι έτοιμοι, επίσης, να τον ακολουθήσουν. Υπάρχουν επίσης άνθρωποι, συνήθως οι πιο δημιουργικοί, που συνεπαίρνονται από την ιδέα. Ο ηγέτης αυτό που πρέπει να κάνει, σε αυτή την περίπτωση είναι να τους παρακινήσει μέσω ιδεών και οράματος.

Κάτι που συνήθως παραβλέπεται από πολλούς σύγχρονους ηγέτες (εάν δεν γελοιοποιείται ανόητα από μερικούς) είναι η πνευματικότητα με την έννοια της θρησκευτικότητας. Οι άνθρωποι επιθυμούν να φύγουν από μία κατάσταση άγχους και φόβου και να μεταβούν σε μία κατάσταση ειρήνης και χαράς και η πνευματικότητα/θρησκευτικότητα τους βοηθά. Θέλουν καλύτερες συνθήκες ζωής αλλά και μία κοινωνική δομή και ασφάλεια. Οι πνευματικοί ακόλουθοι δείχνουν ενσυναίσθηση, ταπεινότητα η οποία υποδηλώνει την ισότητα, αγάπη, θεωρούν τον άνθρωπο μέρος του όλου. Αυτού του τύπου οι ακόλουθοι μπορούν να ακολουθήσουν έναν ηγέτη που πρεσβεύει τα παραπάνω μέσω της ενσωμάτωσης αξιών και συναισθημάτων όπως είναι η «ανθρωπιά» στο επιχειρηματικό ή πολιτικό περιβάλλον.

Δυστυχώς, σχεδόν όλα από τα παραπάνω εκλείπουν από τους σημερινούς ηγέτες. Ο προβληματισμός τίθεται στους ακόλουθους. Ποιοι είναι αυτοί οι ακόλουθοι που προωθούν τέτοιους ηγέτες;
Θα δανειστώ την τυπολογία του Weiss (1996) για τους ακόλουθους και που θεωρώ ότι ισχύει σε κάθε περιβάλλον επιχειρηματικό, πολιτικό, κοινωνικό που απαιτεί οργάνωση που πάνω σε αυτή βασίστηκε και η τυπολογία της Kellerman.

Υπάρχει ο ακόλουθος Αετός

Ο Αετός είναι παραδειγματικός. Τα φέρνει όλα εις πέρας με άριστο τρόπο, συνεργάζεται πολύ καλά και παρέχει ευφυή υποστήριξη αλλά και θέτει εξίσου ευφυή προβλήματα στον ηγέτη.

Έχουμε τον ακόλουθο Κουκουβάγια. Αυτός είναι ο ακόλουθος της πιάτσας. Τα καταφέρνει καλά, είναι καινοτόμος, συνεργάζεται άριστα με τους άλλους και επιλύει τις συγκρούσεις.

Το Λιοντάρι – ακόλουθος είναι παθιασμένος ακτιβιστής, τολμηρός, εκφέρει την άποψή του ελεύθερα και όταν αποφασίζει να ενταχθεί κάπου το κάνει υποστηρίζοντας με πάθος τον ηγέτη και την οργάνωση.


Ο Κομφουκιανός Κιρίνος 






Ο ακόλουθος Λευκό Περιστέρι 

είναι ο πνευματικός ακόλουθος που έχει ως σκοπό τη φιλανθρωπία και να φέρει την ειρήνη και την αγάπη στον κόσμο.






Η Καμήλα είναι ο υπομονετικός ακόλουθος, ο παθιασμένος σχεδόν στα όρια του φανατικού για την οργάνωση/επιχείρηση/κόμμα.


 Η Καμήλα είναι ο τύπος του ακόλουθου που ολοκληρώνει τα έργα του και δεν αφήνει κάτι ημιτελές. Ως παράδειγμα της Καμήλας, αναφέρονται οι Ιάπωνες και Κορεάτες εργαζόμενοι (απέχουν μακράν από την ελληνική ιδιοσυστασία).






Aς δούμε τώρα έναν πολύ επίκαιρο τύπου ακόλουθο που μάλλον μας θυμίζει πολλούς που γνωρίζουμε που δεν είναι άλλος από το Πρόβατο. Είναι ο γιες μαν, ο παθητικός αυτός που είναι πλήρως εξαρτώμενος και δεν σκέπτεται καθόλου.

Επίκαιρη είναι όμως και η Χελώνα. 


Η Χελώνα είναι παθητική, δεν αναλαμβάνει ρίσκα και δεν τις αρέσει να συμμετέχει σε ομάδες.



Ο τελευταίος τύπος ακόλουθου είναι η Ύαινα

Αυτός είναι ο σκεπτόμενος και ανεξάρτητος ακόλουθος, δεν είναι πιστός στον ηγέτη αλλά είναι επιφυλακτικός. Εάν απομακρυνθεί από τον ηγέτη τότε μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα σε όλη την οργάνωση.


Συνεπώς, ανάλογα με τον τύπο ακόλουθου που είμαστε, επιλέγουμε και τον αντίστοιχο ηγέτη. Μήπως η έλλειψη ηγετών σημαίνει ότι μάλλον φταίμε κι εμείς που είμαστε «Πρόβατα» και «Χελώνες»;




Προτεινόμενα αναγνώσματα

Μαστρογιάννη, Φ. 2017.Γιατί δεν υπάρχει όραμα; Διαθέσιμο στο: <http://mastroyanni.blogspot.gr/2017/07/blog-post_25.html>

Μαστρογιάννη, Φ. 2016. Ο Ελληνας ηγέτης.Διαθέσιμο στο:<http://mastroyanni.blogspot.gr/2016/03/blog-post_23.html>

Weiss JW (1996). Organizational behavior and change, West Publishing Company, USA.

Τρίτη 1 Αυγούστου 2017

Κι όμως, τα ράσα κάνουν τον παπά!

 Φωτεινή Μαστρογιάννη

Τα χρώματα χρησιμοποιούνται τόσο στο μάρκετινγκ προϊόντων όσο και στο πολιτικό μάρκετινγκ για τον επηρεασμό τωνκαταναλωτών και των ψηφοφόρων αντίστοιχα. Το επιστημονικό αυτό πεδίο καλείται ψυχολογία των χρωμάτων και  ο Γκαίτε ήταν ο πρώτος που αναφέρθηκε σε αυτό με την θεωρία του για τα χρώματα σύμφωνα με την οποία το χρώμα επιδρά άμεσα στην ανθρώπινη ψυχή. Θεωρούσε θετικά χρώματα που δημιουργούν χαρούμενη διάθεση και ενέργεια το κίτρινο, το πορτοκαλί την ώχρα και το βαθύ κόκκινο ενώ το μπλε, το ανοικτό και σκούρο μωβ προκαλούσαν μία μελαγχολική διάθεση.

Σε γενικές γραμμές, εάν και υπάρχουν κάποιες διαφορές στο πως ο κάθε πολιτισμός αντιλαμβάνεται τα χρώματα, το κόκκινο σχετίζεται με τη δύναμη, την αποφασιστικότητα και το πάθος και είναι το χρώμα που τραβά περισσότερο την προσοχή. Το πορτοκαλί δείχνει δημιουργικότητα, επιτυχία και ενθουσιασμό, το κίτρινο συνδέεται με τη χαρά και τη διάνοια και τραβά και αυτό την προσοχή γι’αυτό και τα ταξί είναι κίτρινα ενώ το πράσινο σχετίζεται με την αρμονία, την ασφάλεια, και την πίστη και θεωρείται ότι έχει ηρεμιστικές ιδιότητες.  Το μωβ συμβολίζει τον πλούτο, την αριστοκρατικότητα, τη σοφία και την ανεξαρτησία, το λευκό την αγνότητα ενώ το μαύρο συμβολίζει τη δύναμη, το φόβο, την εξουσία αλλά και την κομψότητα.



Έχει διαπιστωθεί  ότι η παραγωγικότητα αυξάνει με τη χρήση του γκρι, του μπλε και του καφέ γι’αυτό και πολλά γραφεία είναι βαμμένα σε αυτά τα χρώματα ενώ τα πιο δυνατά χρώματα βοηθούν τη δημιουργικότητα.

Το χρώμα χρησιμοποιείται στην εμφάνιση των πολιτικών ως στοιχείο επικοινωνίας με το πλήθος και ειδικότερα το χρώμα της γραβάτας για τους άνδρες πολιτικούς εάν και υπάρχει μία τάση σε κάποιους πολιτικούς να μην φορούν γραβάτα, μία τάση που κατά κάποιους καθιέρωσε ο πρώην αρχηγός του Εργατικού Κόμματος και πρωθυπουργός της Βρετανίας, Τόνυ Μπλερ. Ωστόσο, ενώ η γραβάτα είναι ένα αξεσουάρ χωρίς χρηστική αξία, εντούτοις αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ενδυμασίας των επιχειρηματιών ενώ για τους πολιτικούς θεωρείται ότι η έλλειψή της δεν υποδηλώνει έναν πολιτικό που είναι τόσο απασχολημένος με τη διακυβέρνηση που δεν προλαβαίνει ούτε γραβάτα να φορέσει αλλά θεωρείται ότι αντίθετα δίνει μεγαλύτερη έμφαση στο πως δείχνει προς τα έξω και όχι στην ουσία, ότι είναι ρηχός, ψεύτικος και ματαιόδοξος. Γι’αυτό και ο Κάμερον ενώ πριν γίνει πρωθυπουργός είχε εμφανισθεί αρκετές φορές χωρίς γραβάτα αλλά όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία εμφανίζεται παντού με γραβάτα. 


Στα καθ’ημάς, ο Ανδρέας Παπανδρέου φορούσε ζιβάγκο το οποίο μετατράπηκε σε γραβάτα όταν ήταν σίγουρο ότι θα νικούσε στις εκλογές και θα γινόταν πρωθυπουργός.

Από την πλευρά της αισθητικής, θεωρείται κακόγουστο να φορά κάποιος ένα κουστούμι χωρίς γραβάτα γιατί απλά τα κουστούμια σχεδιάστηκαν με απαραίτητο στοιχείο τη γραβάτα και εξυπακούεται ότι σε επίσημες εκδηλώσεις, η γραβάτα είναι εκ των ων ουκ άνευ. Ειδικότερα, τελευταία, με την τάση προς την επιστροφή στην παράδοση και στο ρετρό προτιμούνται τα χειροποίητα κουστούμια, πουκάμισα και φυσικά άψογες γραβάτες. Είναι κρίμα που οι Έλληνες πολιτικοί, πέραν ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν διακρίνονται για την κομψότητά τους. Αντίθετα στη χώρα μας, παρά την μακραίωνη παράδοσή μας στην αισθητική, η ατημέλητη και πρόχειρη εμφάνιση, κόντρα σε ότι προτάσσουν οι δημόσιες σχέσεις και η επικοινωνία, θεωρείται δείγμα προοδευτικότητας και διάνοιας ενώ η κομψότητα αντιμετωπίζεται με ενοχικό τρόπο!!!

Οι Έλληνες πολιτικοί, λοιπόν,  σίγουρα δεν στηρίζουν, ενώ θα έπρεπε, τους Έλληνες σχεδιαστές όπως όμως αντίθετα κάνουν οι Βρετανοί, οι Γάλλοι, οι Αμερικάνοι και οι Ιταλοί πολιτικοί  αλλά και οι σύζυγοί τους για τους δικούς σχεδιαστές στηρίζοντας κατ’αυτό τον τρόπο την εγχώρια βιομηχανία μόδας και προωθώντας την με τον τρόπο αυτό στο εξωτερικό. Είναι ιδιαίτερα κρίμα γιατί η Ελλάδα διαθέτει πολλούς σχεδιαστές με μοναδικό ταλέντο ενώ η αργυροχρυσοχοΐα (τα κοσμήματα που συνοδεύουν το ντύσιμο μιας πολιτικού γιατί ενώ η γραβάτα είναι απαραίτητη για τον άντρα πολιτικό ,για τη γυναίκα είναι το κόσμημα) αποτελεί μέρος αιώνιας παράδοσης. Η διαφήμιση αυτών θα βοηθούσε τόσο στη βελτίωση της εικόνας των Ελλήνων πολιτικών στο εξωτερικό, θα βοηθούσε αυτούς τους πολύπαθους κλάδους και θα έφερνε χρήμα στη χώρα δίνοντας παράλληλα θέσεις εργασίας που θα χαρακτηρίζονται όχι από φτηνό εργατικό κόστος αλλά από υψηλή αισθητική, επώνυμα προϊόντα και καινοτομία.

Ας επανέρθουμε όμως στα χρώματα και στη χρήση τους από τους πολιτικούς τόσο στα κουστούμια όσο και στις γραβάτες. Συχνή είναι η χρήση του μπλε που δίνει την εντύπωση ενός ατόμου που μπορεί κάποιος να εμπιστευθεί, λογικό, με αυτοέλεγχο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πολιτικοί που κατηγορούνται για απάτες και διαφθορά φορούν μπλε για να αντισταθμίσουν την αρνητική εικόνα τους. Οι πολιτικοί που θέλουν να δώσουν την εντύπωση του μέσου πολίτη φορούν γαλάζια πουκάμισα με τα μανίκια σηκωμένα. 


Ειδικότερα στην περίπτωση που ένας πολιτικός διεκδικεί την πρωθυπουργία παρατηρούμε ότι φορά κυρίως μαύρα ή γκρι κουστούμια που δίνουν την αίσθηση της εξουσίας πολλές φορές με κόκκινη γραβάτα που δείχνει αποφασιστικότητα (εάν και στις αρχές του 20ου αι. η κόκκινη γραβάτα ήταν ένδειξη ομοφυλοφιλίας, κάτι όμως που άλλαξε ως τάση αργότερα, ο Κένεντυ στην περίφημη τηλεοπτική του αναμέτρηση με τον Νίξον φορούσε μαύρο κουστούμι με κόκκινη γραβάτα). 

Ο Τζωρτζ Μπους ο νεώτερος έκανε μόδα την μπλε γραβάτα με σκούρο κουστούμι, θέλοντας να περάσει την εικόνα του απλού Τεξανού ιδιοκτήτη ράντσου. Η επιλογή όμως αυτή δεν είχε ιδιαίτερη πέραση στον Αμερικανικό νότο όπου η δύναμη συνδέονταν με τις μωβ και τις χρυσές γραβάτες. Η επιλογή μπλε γραβάτας του Μπους θεωρήθηκε επιτυχημένη γιατί το μπλε είναι το αγαπημένο χρώμα των Αμερικάνων και ανάλογα με την ένταση του μπορεί να δράσει κατευναστικά (όπως το χρώμα των μπλε γραβατών που φορούσε ο Μπους μετά την 11η Σεπτεμβρίου) ή να προκαλέσει ενθουσιασμό (γαλάζιες γραβάτες). Γενικότερα το μπλε, δείχνει αξιοπιστία, ωριμότητα, κομψότητα, σταθερότητα και δημιουργικότητα ενώ το κόκκινο τραβά την προσοχή στις λεπτομέρειες. Αμερικανικές έρευνες έδειξαν ότι σε 22 τηλεοπτικές αναμετρήσεις υποψήφιων Αμερικανών προέδρων το 68% φορούσε γραβάτα σε αποχρώσεις του κόκκινου. Μόνο ο Ρέηγκαν φορούσε μαύρη γραβάτα και ήταν ο μόνος επιτυχημένος με μαύρη γραβάτα σε τηλεοπτική αναμέτρηση. Γενικότερα, στην Αμερική οι μπλε γραβάτες είναι οι αγαπημένες των Δημοκρατικών ενώ οι κόκκινες των Ρεπουμπλικάνων.

Ακόμα και στην ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ, ο Μπάρακ Ομπάμα φορούσε τη μπλε γραβάτα των Δημοκρατικών ενώ ο Τραμπ την κόκκινη των Ρεπουμπλικανών δείχνοντας και κατ’αυτό τον τρόπο τον πολιτικό τους χώρο.



Μερικοί φορούν και μωβ γραβάτες ως ένδειξη πολυτέλειας εάν και αυτοί προτιμάται κυρίως από χρηματοοικονομικούς συμβούλους για ευνόητους λόγους – όταν κάποιος συμβουλεύει πώς να επενδύσουμε τα χρήματά μας πρέπει να δείχνει ο ίδιος ότι τα διαθέτει και το μωβ είναι ένα χρώμα που συμβολίζει τον πλούτο και την πολυτέλεια. Η μωβ γραβάτα όπως και η κίτρινη σπάνια προτιμώνται από τους πολιτικούς γιατί συνδέονται με την απροσεξία.

Το καφέ χρώμα δεν προτιμάται γιατί δείχνει παλαιομοδίτικο, παρόλα αυτά ο Ρόναλντ Ρέηγκαν το χρησιμοποιούσε πολύ για να κατευνάσει το κύρος και την εξουσία που απέπνεε η θέση του. 
Οι πολιτικοί που θέλουν να δείξουν ότι είναι κάτι καινούριο, δημιουργικό, εξωστρεφές  και θέλουν να τραβήξουν την προσοχή φορούν πολύχρωμες γραβάτες. 

Αντίστοιχα για τις γυναίκες πολιτικούς προτείνονται τα φωτεινά χρώματα ειδικότερα εάν θέλουν να ξεχωρίσουν στα ΜΜΕ (βλ. φωτεινά κουστούμια της Ανγκελας Μέρκελ).

Τα χρώματα της χώρας προτιμούνται επίσης από τους πολιτικούς όπως βλέπουμε από την περίπτωση της Ουκρανίας, όπου το 2015 ο πρωθυπουργός Αρσένι Γιατσένιουκ αλλά και η σύζυγός του στην τελετή για την ημέρα της Ανεξαρτησίας ήταν ντυμένοι στα χρώματα της Ουκρανίας δηλαδή στο κίτρινο και στο γαλάζιο

Ο Ντόναλντ Τραμπ στην ορκωμοσία του φορούσε σκούρο μπλε κοστούμι, με άσπρο πουκάμισο και κόκκινη γραβάτα, τα χρώματα δηλαδή της Αμερικανικής σημαίας ενώ η σύζυγός του φορούσε ένα φόρεμα Αμερικανού σχεδιαστή χρώματος ανοικτού γαλάζιου υποδηλώνοντας έτσι τον ενθουσιασμό της για το γεγονός αλλά και φορώντας ένα χρώμα που όπως προαναφέρθηκε είναι το αγαπημένο των Αμερικάνων. Θα μεταφράζαμε τη γλώσσα του χρώματος αφενός για τον Τραμπ «είμαι ο νέος πατριώτης Αμερικανός πρόεδρος» ενώ για την Μελάνια Τραμπ «είμαι ενθουσιασμένη και σας αγαπώ». 
Η κόρη του Τραμπ, Ιβάνκα φορούσε ένα λευκό φόρεμα με την αμερικανική σημαία στο πέτο της – δηλώνοντας έτσι «κάτι καινούριο και καθαρά αμερικανικό».






Οι πολιτικοί σε όλο τον κόσμο δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην εμφάνισή τους γιατί αποτελούν ζωντανή διαφήμιση της χώρας τους και η εικόνα επηρεάζει τον τρόπο που τους αντιλαμβάνονται οι άλλοι συνεπώς μπορεί να επηρεάσει και αποφάσεις που να αφορούν έναν ολόκληρο λαό.
Η δύναμη αυτή της εικόνας δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται, ζούμε άλλωστε στην εποχή της εικόνας, αλλά πρέπει να της δοθεί η δέουσα προσοχή (προκαλεί αλγεινή εντύπωση το γεγονός ότι το πλήθος των επικοινωνιολόγων που απασχολούνται στα πολιτικά γραφεία  δεν έχει προτείνει στους Έλληνες πολιτικούς τρόπους για τη βελτίωση της εμφάνισης και της εικόνας τους τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό), κάτι που δυστυχώς δεν γίνεται με όλες τις δυσμενείς επιπτώσεις για το κύρος της χώρας.


  
Προτεινόμενα αναγνώσματα


Η ψυχολογία των χρωμάτων στα λογότυπα εταιριών.Πώς μας επηρεάζουν και τι ρόλο παίζουν. Διαθέσιμο στο: <http://www.newsbeast.gr/world/arthro/550253/i-psuhologia-ton-hromaton-sta-logotupa-etairion>

 Η ψυχολογία των χρωμάτων στο Marketing. Διαθέσιμο στο:

The Psychology and Meaning ofColors. Διαθέσιμο στο: <https://www.colorpsychology.org/>

Wear a suit without a tie? It's nothing short of sartorial catastrophe. Διαθέσιμο στο:<https://www.theguardian.com/fashion/2012/nov/18/alex-bilmes-suit-without-tie>

BETWEEN THE LINES: HOW POLITICIANS USE COLOR PSYCHOLOGY TO WIN YOUR VOTES.

Malshina, K.V.2016. Diplomacy and Colour Psychology: the Tie Case Study. Διαθέσιμο στο: <http://www.cep.si/dokumenti/7%20Malshina.pdf>